- συναποπλέω
- ΜΑαποπλέω μαζί ή συγχρόνως με άλλοναρχ.αποπλύνομαι μαζί με κάποιον.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
συναποπλεῖν — συναποπλέω float out pres inf act (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συναποπλεύσας — συναποπλεύσᾱς , συναποπλέω float out pres part act fem acc pl (epic doric ionic) συναποπλεύσᾱς , συναποπλέω float out pres part act fem gen sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)